- Γέλα
- Πόλη (79.058 κάτ. το 2000) της Ιταλίας, στη νότια Σικελία, που υπάγεται διοικητικά στον νομό Καλτανισέτα (2.101 τ. χλμ., 274.402 κάτ. το 2001). Είναι χτισμένη στη μεσογειακή ακτή, μεταξύ των ακρωτηρίων Σκαράμια και Σαντ’ Άντζελο, εκεί όπου η ομώνυμη πεδιάδα (η δεύτερη της Σικελίας, μετά την πεδιάδα της Κατάνης) φτάνει στη θάλασσα. Από το λιμάνι της εξάγονται θειάφι και αγροτικά προϊόντα. Η περιοχή είναι εύφορη και παράγει κυρίως βαμβάκι· η οικονομία της σημείωσε αξιόλογη ανάπτυξη με την εκμετάλλευση πετρελαιοφόρων πηγών και τη δημιουργία διυλιστηρίων.
Ιστορία. Η πόλη ιδρύθηκε το 688/7 π.Χ. από Ρόδιους και Κρήτες αποίκους, οι οποίοι έκαναν σκληρούς αγώνες εναντίον των ντόπιων, των Σικανών, για να σταθεροποιήσουν τη θέση τους και, ύστερα από περίπου έναν αιώνα, ίδρυσαν και αποικία της Γ., τον Ακράγαντα, που γρήγορα αποσπάστηκε από τη μητρόπολη. Στο τέλος του 6ου αι. π.Χ. (ίσως το 505) έγινε κύριος της Γ. ο τύραννος Κλέανδρος, που τον διαδέχτηκε ο αδελφός του Ιπποκράτης (498) και αυτόν ο Γέλων (491), ο οποίος, αφού κατέλαβε τις Συρακούσες, μετέφερε εκεί την πρωτεύουσα του κράτους του, που είχε φτάσει τότε στη μεγαλύτερη ακμή του· στη Γ. είχε αφήσει να κυβερνούν οι αδελφοί του Ιέρων και Θρασύβουλος.
Μετά τον θάνατο του Ιέρωνα (466) η Γ. έγινε και πάλι ανεξάρτητη, αλλά δεν ξαναβρήκε το παλιό της μεγαλείο και άρχισε η περίοδος παρακμής. Το 456 πέθανε εκεί ο Αισχύλος. Το 424 έγινε στη Γ. το συνέδριο ειρήνης μεταξύ των ελληνικών πόλεων της Σικελίας που οργάνωσε ο Ερμοκράτης, το οποίο διακήρυξε την ανεξαρτησία των Σικελιωτών. Το 415-414 η Γ. βοήθησε τις Συρακούσες εναντίον των Αθηναίων και το 406 τον Ακράγαντα, ο οποίος έπεσε τελικά στα χέρια των Καρχηδονίων. Οι τελευταίοι, το 405, παρά την επέμβαση του Διονυσίου των Συρακουσών, κατέλαβαν τη Γ. και γκρέμισαν τα τείχη της. Το 338, την εποχή του Τιμολέοντα, αφού είχε περιέλθει και πάλι στην εξουσία των Συρακούσιων, ξανάχτισε τα τείχη της. Αργότερα (312) την κατέλαβε ο Αγαθοκλής και την κράτησε σχεδόν έως τον θάνατό του. Το 282 την κατέλαβαν οι Μαμερτίνοι και την κατέστρεψαν, αφού εξανάγκασαν τους κατοίκους της να καταφύγουν στη νέα πόλη Φιντιάδα, που ίδρυσε ο Φιντίας, τύραννος του Ακράγαντα, στις εκβολές του ποταμού Ιμέρα.
Ο χώρος της αρχαίας Γ. έμεινε έρημος έως το 1230, οπότε ο Φρειδερίκος Β’, ίδρυσε πάνω στα ερείπια της αρχαίας πόλης τη σημερινή Γ., η οποία όμως έλαβε το όνομα Τερανόβα, που το κράτησε έως το 1927, όταν μετονομάστηκε ξανά σε Γ.
Αρχαιολογία. Οι αρχαιότεροι ναοί και οχυρώσεις είναι του τέλους του 7ου αι. και των αρχών του 6ου (ναός της Αθηνάς, της Ήρας, Θησαυροί). Η κεραμική των αρχαιότερων περιόδων είχε εισαχθεί από την Ελλάδα (7ος-6ος αι.). Από τα μέσα του 6ου έως τον 3o αι. ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα μια σχολή γλυπτικής σε τερακότα: διακοσμητικά στοιχεία ναών, μικρά γλυπτικά έργα κλπ. Οι τερακότες για αρχιτεκτονική χρήση βρίσκονται στο τοπικό μουσείο: ακροκέραμοι που απεικονίζουν κεφαλές γοργόνας ή Σιληνούς, γλυπτά του τύπου Ταναγραίων ειδωλίων, αρχιτεκτονικά κοσμήματα. Υπάρχουν επίσης και νομίσματα (6ος-4ος αι.).
Συνέδριο της Γ. Συνέδριο που αποσκοπούσε στη συμφιλίωση των ελληνικών πόλεων της Σικελίας. Το 466 π.Χ., μετά την κατάλυση των τυραννικών καθεστώτων και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη Γ., στις Συρακούσες και στον Ακράγαντα, επακολούθησαν αιματηροί πόλεμοι μεταξύ των ελληνικών πόλεων της Σικελίας. Ακολούθησαν ειρηνικά έτη, την ησυχία όμως αυτή διατάραξε ο Πελοποννησιακός πόλεμος (431 π.Χ.), που αναζωπύρωσε το φυλετικό μίσος ανάμεσα στους Ίωνες και τους Δωριείς της Σικελίας. Όταν όμως ο αθηναϊκός στόλος έπλευσε στη Σικελία, με αρχηγό τον Ευρυμέδοντα (424), ο επιφανής Συρακούσιος πολιτικός Ερμοκράτης κάλεσε τους Έλληνες της Σικελίας σε καθολική σύνοδο στη Γ. και κατόρθωσε να τους συμφιλιώσει. Στο συνέδριο αυτό, ο Ερμοκράτης καλλιέργησε επιδέξια το πανσικελιωτικό πνεύμα και έπεισε όλους ότι οι Δωριείς και οι Ίωνες κινδύνευαν εξίσου από τους Αθηναίους που μοναδικός στόχος τους ήταν να υποτάξουν το νησί.
Ερείπια ελληνικού τείχους στη Γέλα, που χτίστηκε τον 5ο αι. π.Χ. και ξαναχτίστηκε τον επόμενο επί Τιμολέοντα. Η επιβλητική αυτή οχύρωση παρουσιάζει μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον και ενισχύθηκε γι’ αυτό με προστατευτικές κατασκευές.
Δίδραχμο της σικελικής πόλης Γέλα, που χρονολογείται γύρω στο 480 π.Χ. Η Γέλα ιδρύθηκε τον 7ο αι. π.Χ. από άποικους που ήρθαν από την Κρήτη και τη Ρόδο.
Dictionary of Greek. 2013.